Η Εργασία για τα Άτομα με Αναπηρία
Άρθρο της Γενικής Διευθύντριας κας Ελένης Μπάρκουλα για την Υποστηριζόμενη Απασχόληση.
Παραδοχή 1: Η συμμετοχή στην απασχόληση είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να εξασφαλιστεί η οικονομική αυτονομία και η κοινωνική ένταξη.
Παραδοχή 2: Το χάσμα σε ότι αφορά την απασχόληση μεταξύ ατόμων με και χωρίς αναπηρία παραμένει υψηλό. Η ανάλυση των δεδομένων καταδεικνύει ότι τα άτομα με αναπηρία έχουν χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης, επηρεάζονται δυσανάλογα από την ανεργία και εγκαταλείπουν νωρίτερα την αγορά εργασίας.
Περίπου ένας στους έξι ανθρώπους στην ΕΕ έχει κάποια μορφή αναπηρίας ή περίπου 87 εκατομμύρια Ευρωπαίοι πολίτες. Όσον αφορά τον κόσμο της εργασίας, μόνο το 50,6% των ατόμων με αναπηρία έχει δουλειά σε σύγκριση με το 74,8% των ατόμων χωρίς αναπηρία. Στην Ελλάδα, με περισσότερα από 1 εκατομ. άτομα με αναπηρία, για τις ηλικίες 20-64 ο δείκτης απασχόλησης είναι στο 31,8% όταν ο αντίστοιχος για τον πληθυσμό χωρίς κάποια αναπηρία διαμορφώνεται στο 71,8%. Η σημαντική αυτή διαφοροποίηση δείχνει ότι
τα άτομα με αναπηρία έχουν σημαντικά λιγότερες ευκαιρίες για ένταξη στην αγορά εργασίας, το οποίο μεταφράζεται σε αρνητικές συνέπειες για την συμμετοχή τους σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής.
Το θεμελιώδες δικαίωμα πρόσβασης των ατόμων με αναπηρία στην εργασία, προσδιορίζεται στη παρ.6 του αρθ.21 του Συντάγματος από το οποίο ξεκάθαρα αναγνωρίζεται ότι τα άτομα με αναπηρία «έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν των μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας». Επίσης, το άρθρο 27 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες (ν.4074_2012/ ΦΕΚ 88, Α’), αναφέρεται στο δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία στην εργασία σε ίση βάση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Επίσης, στη νέα Στρατηγική για την Αναπηρία 2021-2030 της ΕΕ, προκρίνεται η σπουδαιότητα ενίσχυσης της απασχόλησης για τα άτομα με αναπηρία, η ανάπτυξη στατιστικών εργαλείων και η προώθηση της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών. Είναι δεδομένο ότι η απελευθέρωση των δυνατοτήτων και των ταλέντων των ατόμων με αναπηρία πρωτίστως, θα είναι προς όφελος των ιδίων, της οικονομίας και της συνοχής του κοινωνικού συνόλου. Συνδυαστικά με την οδηγία 2000/78 της ΕΕ για την ισότητα στην απασχόληση θα συμβάλλει σημαντικά στην προώθηση των ίσων δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία στην εργασία, συμπεριλαμβανομένων των εύλογων προσαρμογών που πρέπει να γίνουν, διασφαλίζοντας καλύτερα αποτελέσματα για τα άτομα με αναπηρία
Η μειωμένη απασχόληση σχετίζεται με εμπόδια και φραγμούς που θέτουν πεπαλαιωμένες αντιλήψεις σε συνδυασμό με την έλλειψη ευαισθητοποίησης κοινωνίας και εργοδοτών. Μια αναπαραγωγή αρνητικών στερεοτύπων που δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο την πρόσβαση και τη ισότιμη απόλαυση στην εργασία και της ψυχικής ανάτασης αντίστοιχα. Έτσι, ενέργειες και δράσεις ενημέρωσης και θα λέγαμε και εκπαίδευσης όλων των εμπλεκόμενων, τείνουν να απαλείψουν τα όποια αντίβαρα εμφανίζονται για την ενίσχυση της συμμετοχής των ατόμων με αναπηρία στην εργασία. Μαζί όμως, η πολιτεία, με κίνητρα και θεσμικές παρεμβάσεις, μπορεί να ενδυναμώσει την πρόσβαση στην εργασία και οι εργοδότες, με τις όποιες εύλογες προσαρμογές, να υποστηρίζουν με καλύτερους όρους, τόσο την πρόσβαση στην εργασία όσο και την βελτίωση της προσβασιμότητας στο περιβάλλον εργασίας.
Στη κοινή συνιστάμενη ότι η εργασιακή συμπερίληψη πρέπει να αποτελεί πρωτεύον στόχο της πολιτείας, εμφανίζονται διαφορές στην πληθυσμιακή ομάδα των ατόμων με αναπηρία και οι οποίες διαφοροποιήσεις κατευθύνουν επαγγελματίες αλλά και θεσμικούς στην ανάπτυξη ενός ευρύτατου πλαισίου εναλλακτικών μορφών απασχόλησης. Ένα τέτοιο είναι και η προστατευμένη απασχόληση όπου άτομα με βαριές αναπηρίες (κυρίως νοητική αναπηρία) δύνανται να εργάζονται σε χώρους με την κατάλληλη υποστήριξη. Στην Ελλάδα, παρόλο που το άρθρο 17 του Ν. 2646_1998 (ΦΕΚ 236,Α’) θεσμοθετεί τη λειτουργία των Προστατευόμενων Παραγωγικών Εργαστηρίων (ΠΠΕ), εκκρεμεί ακόμη και έως σήμερα η έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος που θα προσδιορίζει μεταξύ άλλων «τη νομική μορφή, την οργάνωση, τη λειτουργία, τις προϋποθέσεις απασχόλησης και τους όρους χρηματοδότησης των ΠΠΕ και όπου ορίζεται η σχέση εργασίας και ο τρόπος υπολογισμού της αμοιβής των ως άνω ατόμων που απασχολούνται σε αυτά, καθώς και η διαδικασία προώθησης των προϊόντων των ΠΠΕ». Αποτέλεσμα αυτού, να λειτουργούν τα εργαστήρια στο πλαίσιο εκπαίδευσης και κατάρτισης των ωφελούμενων σε προεπαγγελματικές δεξιότητες.
Για τα άτομα με νοητική ή και ψυχοκοινωνική αναπηρία, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και εθνικό επίπεδο, καλή προοπτική, αποτελεί και το μοντέλο της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας. Με τους ν. 4019_2011 (ΦΕΚ 216, Α΄) και ν.4430_2016 (ΦΕΚ 205, Α’), θεσμοθετήθηκε η δυνατότητα δημιουργίας Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων (ΚοινΣΕπ), στις οποίες μπορούν να απασχολούνται άτομα με αναπηρία. Έτσι, η ενίσχυση της κοινωνικής οικονομίας που παρέχει υπηρεσίες σε άτομα με αναπηρία, θα συμβάλλει αποφασιστικά στη δημιουργία γεφυρών για την ένταξη των ατόμων με αναπηρία στην αγορά εργασίας, προσφέροντας ουσιαστικές ευκαιρίες απασχόλησης.
Τέλος,
για τα άτομα με νοητική αναπηρία, η προστατευόμενη εργασία, αποτελεί μία καθόλα δυναμική επιλογή, πρωτίστως για τον ίδιο τον ωφελούμενο αλλά και για την επίδραση που έχει στη κοινωνική σύνθεση, η όλο και με καλύτερους όρους ενίσχυση της απασχόλησης των ατόμων με αναπηρία.
Τα άτομα τοποθετούνται σε εργασίες που ταιριάζουν με τα χαρακτηριστικά τους και όπου, πλέον, υπάρχουν συμβάσεις και όροι εργασίας, αμοιβή και όλα τα εργασιακά δικαιώματα. Προϋποθέτει ο ωφελούμενος να έχει λάβει επαρκή εκπαίδευση και ο εργοδότης να εμπιστεύεται τις ικανότητες του εργαζόμενου με αναπηρία. Το μοντέλο αυτό, λειτουργεί ιδανικά με την παράλληλη ανάπτυξη της υπηρεσίας της επαγγελματικής καθοδήγησης και της εργασιακής υποστήριξης. Στην Ελλάδα όλο και περισσότερο αναπτύσσεται αυτό το μοντέλο με την ταυτόχρονη αλλαγή της αντίληψης ότι για τα άτομα με νοητική αναπηρία, η εργασία συνεπάγεται αποκλεισμό από την αναπηρική σύνταξη ή επίδομα. Αυτό επετεύχθη με το ν. 4488_2017 (ΦΕΚ 137, Α’) κι έτσι
πλέον τα άτομα με νοητική ή ψυχική αναπηρία διατηρούν τα επιδόματα ή τις συντάξεις ακόμη κι αν βρουν μισθωτή εργασία εφόσον αυτό συνεισφέρει στην ψυχοκοινωνική τους αποκατάσταση και κοινωνική τους επανένταξη.
Η ενίσχυση του δικαιώματος για πρόσβαση στην εργασία για τα άτομα με αναπηρία, αποτελεί μια καθολικά επιτακτική επιλογή για την πολιτεία, τα ίδια τα άτομα με αναπηρία, το αναπηρικό/γονεϊκό κίνημα και τους φορείς υπηρεσιών. Προϋποθέτει τη διαμόρφωση ενός χώρου, όπου η απασχόληση με όρους αξιοπρέπειας θα είναι a priori πρακτική που σε συνδυασμό με την δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων με νοητική αναπηρία θα εμπλουτίσουν ουσιαστικά τις διαδικασίες συμπερίληψης και μείωσης των κοινωνικών αποκλεισμών.
Ελένη Μπάρκουλα
Γενική Διευθύντρια
"Το Εργαστήρι" Σύλλογος Γονέων Κηδεμόνων και Φίλων ΑμεΑ
Πηγές
- S. Grammenos, Statistics Employment, unemployment, activity, education, EDE, 2020
- Ν.Δρόσος & Α. Σ. Αντωνίου (2020). Αναπηρία και επαγγελματική ένταξη: Προστατευμένη και υποστηριζόμενη εργασία, Περιοδικό Επιστημονικής και Εκπαιδευτικής Έρευνας, τ. 6 (1): 109-123
- Η Στρατηγική για τα Άτομα με Αναπηρία 2021-2030, Ε.Ε., 2021
- Οδηγία Συμβουλίου 2000/78/ΕΚ: Διαµόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση µεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία
1062